ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ 1941

Αυτές τις μέρες ζήτησαν από την εγγονή μου στην Τετάρτη δημοτικού να ρωτήσουν τους παππούδες τι παιχνίδια έπαιζαν μικροί. Ετσι θυμήθηκα  το 1941 Βρισκόμουνα με την μητέρα μου και τον αδελφό μου, 8 εγώ 3 ο αδελφός μου, στους Λάκκους ένα ορεινό χωριό των Χανίων για προστασία από τους Γερμανούς. Ο πατέρας, γεωπόνος,  μόλις είχε καταφέρει, με πολλές ταλαιπωρίες να γυρίσει στα Χανιά από την Αλβανία, 35 χρόνων τότε και υπηρετούσε στα Χανιά σαν έφεδρος ανθυπολοχαγός. Στο χωριό ήταν ο μικρός αδελφός του πατέρα μου 23 χρόνων. Μας έπαιρνε και πηγαίναμε στο δάσος να φέρει ξύλα για το φούρνισμα του ψωμιού. Εκεί μας μάθαινε διάφορα  παιχνίδια. Ένα από αυτά ήταν η σφακοπιστόλα. Επαιρνε ένα ξύλο από πικροδάφνη – σφάκα- ξεκολλούσε το φλοιό και τον έκανε κάνη με ένα αυτοσχέδιο τρόπο και ένα λάστιχο έκανε μια σφακοπιστόλα που πετούσε βόλους από χώμα εύστοχα στα 4, 5 μέτρα. Ένα άλλο ενδιαφέρον ήταν η κατασκευή ανεμόμυλων και κατά συνέπεια και ανεμουρίων με ασφεντυλιά. Αυτή την εποχή στα βουνά λίγο έξω από την Αθήνα υπάρχει πλήθος ασφεντυλιών. Ακόμη και στη αυλή του σπιτιού μου φυτρώνουν. Ο μίσχος του λουλουδιού μόλις ξεραθεί είναι ένα ελαφρύ στρογγυλό ξύλο εύκολα επεξεργάσιμο με το οποίο γίνεται εύκολα ένας ανεμόμυλος. Σημειωτέον ότι τότε δεν υπήρχαν ούτε καρφιά ούτε καρφίτσες τα αντικαθιστούσε όμως με κλαδάκια από θυμάρι. Στο βίντεο βλέπετε ένα που έκανα και τοποθέτησα στην αυλή μου.


 Ένα άλλο παιχνίδι που παίζαμε ήταν ο ζουμπάς ή στρούμπος δε θυμάμαι καλά, το κόκκαλο από το γόνατο προβάτων (βασιλιάς, βεζίρης, κλέφτης και ψωμάς)  και βέβαια μπάλα με πανιά ραμμένα στρογγυλά. Δυσεύρετη … και η κύστη των προβάτων που την κάναμε … μπαλόνι!!!








Με την ασφεντυλιά θυμήθηκα και ένα ενδιαφέρον σονέτο του Λορέντζου Μαβίλη πού το γράφω παρακάτω.


ΛΟΡΕΝΤΖΟΣ ΜΑΒΙΛΗΣ   

Λήθη

Το ποίημα είναι σονέτο και δημοσιεύτηκε το 1899. O Μαβίλης καλοτυχίζει τους νεκρούς, γιατί έχουν πιει το νερό της λησμονιάς και δε θυμούνται τα βάσανα της επίγειας ζωής. Παράλληλα τους συγκρίνει με τους ζωντανούς που υποφέρουν, επειδή δεν μπορούν να λησμονήσουν τα αγαπημένα τους πρόσωπα.

Καλότυχοι οι νεκροί, που λησμονάνε
την πίκρια της ζωής. Όντας βυθίσει
ο ήλιος και το σούρουπο ακλουθήσει,
μην τους κλαις, ο καημός σου όσος και να 'ναι!
Τέτοιαν ώρα οι ψυχές διψούν και πάνε
στης λησμονιάς την κρουσταλλένια βρύση·
μα βούρκος το νεράκι θα μαυρίσει,
α στάξει γι' αυτές δάκρυ, όθε αγαπάνε.
Κι αν πιουν θολό νερό, ξαναθυμούνται,
διαβαίνοντας λιβάδι' απ' ασφοδίλι,
πόνους παλιούς, που μέσα τους κοιμούνται.
Α δεν μπορείς παρά να κλαις το δείλι,
τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν·
θέλουν – μα δε βολεί να λησμονήσουν.


Ο Λορέντζος Μαβίλης γεννήθηκε στην Ιθάκη το 1860, όπου υπηρετούσε τότε ο δικαστικός πατέρας του Παύλος με καταγωγή από την Ισπανία. Η μητέρα του, που καταγόταν από την αρχοντική οικογένεια Δούσμανη, είχε περάσει μέρος της ζωής της κοντά στον αγροτικό πληθυσμό της Κέρκυρας και αγάπησε τη λαϊκή γλώσσα και τέχνη και την αγάπη αυτή μετέδωσε στον γιο της. Μεγάλη επίδραση στην προσωπικότητα του Μαβίλη άσκησε ο Ιάκωβος Πολυλάς, του οποίου υπήρξε φίλος και μαθητής. Μαθήτευσε στο εκπαιδευτήριο Καποδίστριας της Κέρκυρας και κατόπιν στο κερκυραϊκό γυμνάσιο, με καθηγητή τον Ιωάννη Ρωμανό, ο οποίος τον έκανε μέλος της Αναγνωστικής Εταιρείας. Μετά το γυμνάσιο έφυγε για την Αθήνα για πανεπιστημιακές σπουδές στη Φιλοσοφική Σχολή. Στην Αθήνα πραγματοποιήθηκε και η γνωριμία του με τον Χαρίλαο Τρικούπη, μέσω του Πολυλά. Το 1879 έφυγε για τη Γερμανία , όπου έμεινε για δεκατέσσερα χρόνια. Εκεί μελέτησε τους αρχαίους κλασικούς και έμαθε Ιταλικά, Αγγλικά, Γαλλικά και Ισπανικά, καθώς επίσης Σανσκριτικά. Στη Γερμανία ο Μαβίλης ολοκλήρωσε τις σπουδές του και το 1890 πήρε το διδακτορικό του δίπλωμα από το πανεπιστήμιο του Erlangen. Το 1893 επέστρεψε στην Κέρκυρα όπου εντάχτηκε στην Κερκυραϊκή Σχολή, συνδέθηκε δε ιδιαιτέρως με τον Κων/νο Θεοτόκη. Κατόπιν στρατεύτηκε και το 1896 έγινε μέλος της Εθνικής Εταιρείας . Το 1897 έφυγε για την Κρήτη προς ενίσχυση του εκεί επαναστατικού κινήματος και κατέληξε στην Ήπειρο επικεφαλής σώματος ανταρτών. Στις εκλογές του 1910 απέκτησε βουλευτικό αξίωμα με το κόμμα των Φιλελευθέρων και από αυτή τη θέση αγωνίστηκε για την καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας. Σημειώνεται επίσης ο ερωτικός δεσμός του Λορέντζου Μαβίλη με την ποιήτρια Μυρτιώτισσα (Θεώνη Δρακοπούλου). Το 1912 σε ηλικία πενήντα τριών ετών πήρε μέρος στην εκστρατεία της Ηπείρου και σκοτώθηκε στη μάχη του Δρίσκου.

Ασφόδελος. Asphodelus aestivus ή microcarpus



Ασφόδελος Πεπελάδες Αρχαιας Θουριας

Ανήκει στην οικογένεια των Λειλιϊδών (Liliaceae). Ανθίζει απο Μάρτιο μέχρι Απρίλιο, είναι πολύ καλό μελισσοκομικό φυτό. Το χαρακτηριστικό του είναι η κόκκινη γύρη με την οποία γεμίζουν τις “τσέπες” τους οι μέλισσες.

Στην Ελλάδα έχουμε 5 είδη. Η λαϊκή ονομασία του ασφόδελου είναι σφέρδουκλας, ασφόντυλος, σπερδούκλας, καραβούκι, ακαρώνι, άρβηκας, σπουρτούλα σπερδούκλι κ.α

Κατά την μυθολογία αποτελούσε έμβλημα του θεού Διόνυσου. Οι Αρχαίοι Έλληνες το είχαν σαν σύμβολο πένθους και όπως αναφέρει ο Όμηρος στην «Οδύσσεια» έσπερναν τον ασφόδελο στους τάφους, γιατί νόμιζαν ότι οι ψυχές τρέφονταν με τους κονδύλους τους.

Έλεγαν ακόμα ότι οι πεθαμένοι άνθρωποι κατοικούν στον «Ασφόδελο Λειμώνα», λιβάδι με ασφόδελους που βρίσκεται στον Άδη. Τα λουλούδια του αποτελούσαν πρότυπο λησμονιάς.

Το φυτό φέρει όλα τα φύλλα στη βάση του, γραμμικά όμοια με τους νάρκισσους. Μεταξύ των φύλλων φύεται ένα στέλεχος που τελειώνει στην κορυφή σ’ ένα σύνολο βότρυων με άνθη αρκετά εντυπωσιακά κωδωνοειδή – αστεροειδή, λεπτά με έξη πέταλα.

Το μακρύ της στέλεχος όταν είναι στραβό, λένε ότι η χρονιά θα είναι κακή, αντίθετα αν είναι ίσιο η χρονιά θα πάει καλά. Επειδή είναι μαλακό παλιά τα παιδιά κατασκεύαζαν μ’ αυτό ανεμόμυλους, που τους αναρτούσαν το καλοκαίρι πάνω στα δώματα.

Οι κατσίκες, λένε οι βοσκοί, όταν φάνε ξερά τα μπουμπούκια της ζαλίζονται πρήσκονται και μπορεί και να πεθάνουν. Με τα φύλλα της γέμιζαν στρώματα, ευτελές υλικό για τους φτωχούς.

Κατά καιρούς είχε χρησιμοποιηθεί ως συγκολλητική ουσία, για την παρασκευή αλκοόλ αλλά και ως αλοιφή κατάλληλη για κάθε πληγή.
Στον άλλο κόσμο, o Άδης υποδέχεται τις αδύνατες μορφές των πεθαμένων στον “ασφοδελό λειμώνα”, ένα έρημο λιβάδι όπου φυτρώνουν σπερδούκλια.


Σ’ αυτό το περιβάλλον ταιριάζει το ωχρό λουλούδι του φυτού.

Σ’ ένα από αυτά τα λιβάδια, γεμάτα από ασφόδελους, όπως τα βλέπουμε και σήμερα σε απέραντες εκτάσεις στους λόφους και στις ακτές, συναντήθηκαν και οι ψυχές των ηρώων πού είχαν πέσει στην Τροία (Όμηρος, Όδ. 11.539-24.3).

Τα χειμωνιάτικα γυμνά κοτσάνια του ασφόδελου τα σύγκριναν οι ποιητές με τις στρατιές των ψυχών πού περιφέρονταν στις όχθες του Αχέροντα.

Η δυσάρεστη μυρωδιά του φυτού, μαζί με τ’ άχαρα λουλούδια, ασφαλώς είχαν σχέση με τον ωχρό θάνατο και το λυκόφως του κάτω κόσμου.

Το γεγονός ότι οι ρίζες του φυτού έχουν άμυλο, πού είναι μια θρεπτική τροφή, ίσως να έκαναν τους αρχαίους να πιστεύουν ότι φυτεύοντας ασφόδελους στα νεκροταφεία προσφέρανε στους νεκρούς μια έστω και πενιχρή τροφή στην τελευταία κατοικία τους. Ο ασφόδελος δεν τρώγεται από τα πρόβατα και τις κατσίκες γιατί οι βλαστοί του έχουν μικρές κρυστάλλινες βελόνες. Αυτό εξηγεί τη μεγάλη εξάπλωση του φυτού.

Ο ασφόδελος ο κοίλος, με τα ωραία του άσπρα λουλούδια και τα λεπτά φύλλα, ίσως να είναι το άλλο είδος πού στόλιζε τα Ηλύσια Πεδία, εκείνη τη χώρα των νεκρών στην ήπια δυτική πλευρά της γης, όπου πήγαιναν μόνο οι γιοι των θεών και των ηρώων πού είχαν πέσει σε μάχες.

Στην Ελλάδα συναντάμε πέντε είδη. Σύμφωνα με το Θεόφραστο οι κόνδυλοι, οι βλαστοί και τα σπέρματα τρώγονται. Κατά τον Όμηρο τα Ηλύσια Πεδία, κατοικία των νεκρών στην Ελληνική μυθολογία, καλύπτονται από ασφόδελους. Τα φύτευαν στους τάφους και συχνά τα συνέδεαν με την Περσεφόνη.

Αυτή η σχέση τους με το θάνατο πιθανόν να οφειλόταν στο γκριζωπό χρώμα των φύλλων του και στα κιτρινωπά άνθη, χρώματα που συμβόλιζαν τη μελαγχολία του κάτω κόσμου και τη χλωμάδα του θανάτου.

Πρόκειται για ένα σπουδαίο μελισσοκομικό φυτό που λόγο της εποχής που ανθίζει (χειμώνα προς άνοιξη) είναι πολύ χρήσιμο για την ανάπτυξη των σμηνών.   Ο ασφόδελος δίνει νέκταρ και γύρη.       melissocosmo

ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ:

Ο ασφόδελος περιέχει πολλές πολύτιμες δραστικές ουσίες, όπως είναι οι χρωστικές, το άμυλο και τα γλυκοσίδια, τα χρησιμοποιούμενα μέρη του φυτού είναι οι κόνδυλοι του. Ο ασφόδελος είναι πολύ αποτελεσματικός στη μορφή αφεψήματος για την ασθματική βρογχίτιδα, αλλά και στη μορφή καταπλάσματος για την επούλωση πληγών και τις χιονίστρες. Επίσης είναι γνωστός για τις πολλές του δράσεις, όπως είναι η αποχρεμπτική, η ενζυματική, η καρδιοτονωτική, η διουρητική, η σπασμολυτική και η εμετική του δράση. Τέλος πολύ ενδιαφέρον είναι και ο συνδυασμός του με κρασί αφού αποτελεί ένα πολύ εντυπωσιακό τονωτικό.

ΕΔΩΔΙΜΟΤΗΤΑ:

Οι κόνδυλοι τρώγονται μαγειρεμένοι. Είναι πλούσιοι σε άμυλο. Όταν ξεραθούν και βραστουν  σε νερό αποδίδει μια κολλώδη ουσία που μπορει να αναμιχθεί με τους σπόρους του φυτού και να κάνει ένα θρεπτικό ψωμίΟ βρασμός καταστρέφει την καυστική γεύση στους κονδύλους  καθιστώντας τους  πολύ ευχάριστους στη γεύση. Τέλος τα άνθη και οι βλαστοί τρώγονται μαγειρεμένα.  Οι σπόρος τρώγονται ψητοί σαν το σουσάμι.

ΑΛΛΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ:

Από τους αποξηραμένους κονδύλους παράγεται μία  σκόνη και αναμιγνύεται με κρύο νερό για να κάνει μια ισχυρή κόλλα , που χρησιμοποιείται από τους βιβλιοδέτες  και τους υποδηματοποιούς. Επιπρόσθετα μια κίτρινη χρωστική ουσία λαμβάνεται από τον κόνδυλο.

ΤΟ ΗΛΙΑΚΟ ΡΟΛΟΪ ΣΤΟ ΔΗΜΑΡΧΕΙΟ ΠΑΛΑΙΟΥ ΦΑΛΗΡΟΥ

Η μετατόπιση της  σκιάς  μιας ράβδου σε μία πλάκα όταν επάνω της πέφτει ο ήλιος κατά τη διάρκεια μιας ημέρας, αποτελεί την κεντρική ιδέα του ηλιακού ρολογιού. Σκοπός είναι η μέτρηση του χρόνου.
Τα ηλιακά ρολόγια είναι γνωστά από την αρχαιότητα και αποτελούν την πρωταρχική μέθοδο μέτρησης του χρόνου.  Φαίνεται ότι επινοήθηκαν πολύ παλιά, ίσως το 2000 π.Χ. περίπου, και διαδόθηκαν σε όλους τους αρχαίους λαούς όπως Εβραίους, Αιγύπτιους, Ελληνες, Ρωμαίους και Αραβες.
Αυτοί που ασχολήθηκαν ιδιαίτερα με τα ηλιακά ρολόγια ήταν οι αρχαίοι Ελληνες, κυρίως κατά την ελληνιστική περίοδο, οι οποίοι  ανέπτυξαν πολλούς τύπους ηλιακών ρολογιών που προκαλούν σήμερα το θαυμασμό μας.
Η μελέτη και ανάπτυξη των ηλιακών ρολογιών αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα κεφάλαια της αρχαίας ελληνικής τεχνολογίας.

Το ηλιακό ρολόϊ που είναι τοποθετημένο  στον υπαίθριο χώρο μπροστά από το κτίριο του Δημαρχείου Παλαιού Φαλήρου ανήκει στον οριζόντιο τύπο και αποτελείται από μαρμάρινη πλάκα σχήματος οβάλ ( ωρολογόπλακα ),  η οποία φέρει κατάλληλες  χαράξεις για τις διάφορες ώρες.  Η μαρμάρινη αυτή πλάκα  εδράζεται σε γλυπτό μεταλλικό βάθρο,  έργο του γλύπτη Γ. Γιάννακα.
Επάνω στην ωρολογόπλακα είναι στερεωμένο ένα λοξό μεταλλικό στέλεχος, ο «γνώμονας» , από τη σκιά του οποίου διαβάζουμε στην πλάκα την αληθή ηλιακή ώρα.
Η ώρα αυτή, για λόγους που έχουν σχέση με την κίνηση του ήλιου κατά τη διάρκεια του έτους καθώς και τον τόπο στον οποίο έχει τοποθετηθεί το ηλιακό ρολόι, διαφέρει από την Επίσημη Ωρα Ελλάδος, δηλαδή την ώρα που δείχνουν τα  ρολόγια μας.
Γιαυτό επάνω στην ωρολογόπλακα υπάρχει πίνακας με οδηγίες που μας επιτρέπει να βρίσκουμε κατευθείαν την ώρα Ελλάδος από την αληθή ηλιακή ώρα που

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΕΠΙΛΥΣΗ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ




οι παρακάτω διευθύνσεις μας παρέχουν τη δυνατότητα να αναγνώσουμε τις σημειώσεις  με τις οδηγίες για τους υπολογιστές. Οι σημειώσεις είναι χωρισμένες σε τέσσερα μέρη.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΑΥΡΟΓΕΝΗΣ

ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ    ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΟΣ-ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΟΣ


ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ  ΧΡΗΣΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ   ΓΙΑ ΑΡΧΑΡΙΟΥΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ

Αν σας ζητήσει email  gemavro@otenet.gr kai pass ifestos12

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α       εκδοση 5.12.16

                 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ







          ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ   





          







           ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ    











          ΜΕΡΟΣ ΤΤΕΤΑΡΤΟ   














                                                  Η ΛΙΖΑ ΜΙΛΑ ΜΕ ΤΗ ΖΩΗ